Ας δούμε μερικά δάνεια που πήραμε από τη γλώσσα τους, ομαδοποιημένα σε κατηγορίες:
- άσος asso < λατινικό as (= μετρική μονάδα, χάλκινο ρωμαϊκό νόμισμα)
- κουμπάρος compare
- κουνιάδος cognado < ιταλικό cognato < λατινικό cognatus (= συγγενής)
- φαντάρος < φανταρία < fantaria < ιταλικό fanteria < ισπανικό infanteria (= σωματοφυλακή των ανήλικων πριγκίπων)
- άλα ala (= εμπρός), ναυτικό πρόσταγμα
- καντάδα cantada < cantare (= τραγουδώ)
- μαντινάδα matinada
- μασκαράς mascara (= προσωπιδοφόρος)
- παρτίδα partida
- πισίνα pissina < ιταλικό piscina (= ιχθυοτροφείο) < λατινικό piscis (= ψάρι)
- βελούδο veludo
- βέρα vera < λατινικό viria (= δαχτυλίδι, βραχιόλι)
- γόβα goba
- καδένα cadena
- μπουγάδα bugada
- φανέλα fanela < ιταλικό flanella < αγγλικό flannel
- φόδρα fodra < γοτθικό fodr
- καναρίνι canarin < ισπανικό canario < Canarias Islas (= Κανάριοι Νήσοι)
- μπακαλιάρος baccalare < ιταλικό baccalaro
- μπαρμπούνι barbon < barba (= γενειάδα), επειδή έχει στο άνω χείλος τέσσερα νημάτια που μοιάζουν με μουστάκια
- μπεκάτσα beccazza
- πούπουλο pupola
- ρέγγα renga
- μουράγιο muragio
- μπουκαπόρτα bocaporta < bucca (= στόμα, στόμιο) + porta
- μπουρίνι borin
- ατσάλι azzal (= χάλυβας)
- βίδα vida
- κατσαβίδι cazzavide
- λαμαρίνα lamarin < ιταλικό lamiera (= έλασμα)
- μαδέρι madero < λατινικό materia (= ύλη, ξυλεία, δάσος)
- μαραγκός marangon
- πρόκα broca
- σπάτουλα spatola
- τσατσάρα zazzara
- κατσαρόλα cazzerola
- κορνίζα cornise
- κουβέρτα coverta
- μπαούλο baul
- μπαταρία bataria < λατινικό batuo ή battuo (= κόβω, κρούω)
- πατσαβούρα spazzaura
- μουτσούνα musona
- φάτσα fazza < ιταλικό faccia (= όψη, πρόσωπο)
- κουζίνα cusina < ιταλικό cucina < λατινικό coquina < coquo (= μαγειρεύω)
- μακαρόνι macaroni < λατινικό maccare (= κόβω)
- τσαμπί zambin < ιταλικό zampa
- γαλαντόμος galantono (= γενναιόδωρος, γενναιόφρων)
- βάρδια vardia < αρχαίο γερμανικό warda
- γαλαρία galaria < λατινικό galeria (= ξύλινος εξώστης)
- μπαστούνι baston < λατινικό bastum < bastare (= βαστάω)
- μπουνιά bugna
- μπουρλότο burloto < ιταλικό brulotto (= πυρπολικό πλοίο) < γαλλικό brulot < bruler (= καίω)
- ντουζίνα dozzina < λατινικό duodecim (= δώδεκα)
- πόντος ponto (= άκρη, μύτη)
- σκάγια scagia
ΕΙΚΟΝΕΣ: lykavitos.gr, maryeliopoulou.wordpress.com, officialhvac.com, huffpost.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Το σχόλιό σας θα εγκριθεί πρώτα από τον δάσκαλο98. Παρακαλώ μη γράφετε με greeklish ή κεφαλαία (σημαίνει ότι φωνάζετε), γιατί τα σχόλια θα διαγράφονται.
★ Πριν τη δημοσίευση ελέγξτε για τυχόν λάθη απροσεξίας, πατώντας στην «Προεπισκόπηση». Περισσότερα εδώ.