Από την Connie11
Μαθήτρια της έκτης τάξης
Γ
- ΓΙΑΚΑΣ (περιλαίμιο)
- ΓΙΑΟΥΡΤΙ (πηγμένο γάλα)
- ΓΙΑΠΙ (οικοδομή)
- ΓΙΝΑΤΙ (πείσμα)
- ΓΙΟΥΡΟΥΣΙ (επίθεση)
- ΓΚΕΜΙ (χαλινάρι)
- ΓΛΕΝΤΙ (διασκέδαση)
- ΓΟΥΡΙ (τύχη)
- ΓΡΟΥΣΟΥΖΗΣ (κακότυχος)
Ε
- ΕΡΓΕΝΗΣ (άγαμος)
Ζ
- ΖΑΜΑΝΙΑ (μεγάλο χρονικό διάστημα)
- ΖΑΡΖΑΒΑΤΙΚΑ (λαχανικά)
- ΖΟΡΙ (δυσκολία)
- ΖΟΥΜΠΟΥΛΙ (υάκινθος)
Κ
- ΚΑΒΓΑΣ (φιλονικία)
- ΚΑΒΟΥΚΙ (καύκαλο)
- ΚΑΒΟΥΡΔΙΖΩ (φρυγανίζω, ξεροψήνω)
- ΚΑΖΑΝΙ (λέβητας)
- ΚΑΪΚΙ (βάρκα)
- ΚΑΛΕΜΙ (γραφίδα)
- ΚΑΛΟΥΠΙ (μήτρα, πρότυπο)
- ΚΑΠΑΚΙ (σκέπασμα, κάλυμμα)
- ΚΑΡΑΟΥΛΙ (φρουρά, σκοπιά)
- ΚΑΡΠΟΥΖΙ (υδροπέπων)
- ΚΑΣΜΑΣ (αξίνα, σκαπάνη)
- ΚΑΤΣΙΚΑ (ερίφι, γίδα)
- ΚΑΦΑΣΙ (κιβώτιο)
- ΚΕΛΕΠΟΥΡΙ (ανέλπιστο εύρημα)
- ΚΕΦΙ (ευδιαθεσία)
- ΚΙΜΑΣ (ψιλοκομμένο κρέας)
- ΚΙΟΣΚΙ (περίπτερο)
- ΚΟΤΣΑΝΙ (μίσχος)
- ΚΟΤΣΙ (αστράγαλος)
- ΚΟΥΒΑΡΝΤΑΣ (γενναιόδωρος, ανοιχτοχέρης)
- ΚΟΥΒΑΣ (κάδος, αγγείο)
- ΚΟΥΜΠΑΡΑΣ (δοχείο χρημάτων)
- ΚΟΥΣΟΥΡΙ (ελάττωμα, μειονέκτημα)
- ΚΟΥΤΟΥΡΟΥ (ασύνετα, απερίσκεπτα)
Λ
- ΛΑΓΟΥΜΙ (υπόνομος, οχετός)
- ΛΑΠΑΣ (χυλός)
- ΛΕΒΕΝΤΗΣ (ανδρείος, ευσταλής)
- ΛΕΚΕΣ (κηλίδα)
- ΛΕΛΕΚΙ (πελαργός)
- ΛΟΥΚΙ (υδροσωλήνας)
Μ
- ΜΑΓΙΑ (προζύμι, ζυθοζύμη)
- ΜΑΓΚΟΥΦΗΣ (έρημος)
- ΜΑΪΝΤΑΝΟΣ (πετροσέλινο, μακεδονήσι)
- ΜΑΝΑΒΗΣ (οπωροπώλης)
- ΜΑΟΥΝΑ (φορτηγίδα)
- ΜΑΡΑΦΕΤΙ (μικρό εργαλείο)
- ΜΕΖΕΣ (ορεκτικό)
- ΜΕΛΤΕΜΙ (άνεμος ετησίας)
- ΜΕΝΕΞΕΣ (εύοσμο λουλούδι)
- ΜΕΡΑΚΙ (πόθος)
- ΜΕΡΕΜΕΤΙ (επισκευή, επιδιόρθωση)
- ΜΟΥΣΑΜΑΣ (κερωμένο, αδιάβροχο ύφασμα)
- ΜΟΥΣΑΦΙΡΗΣ (φιλοξενούμενος, επισκέπτης)
- ΜΠΑΓΙΑΤΙΚΟ (μη νωπό)
- ΜΠΑΓΛΑΡΩΝΩ (δένω, φυλακίζω)
- ΜΠΑΪΡΑΚΙ (σημαία)
- ΜΠΑΚΑΛΗΣ (παντοπώλης)
- ΜΠΑΜΙΑ (ιβίσκος ο εδώδιμος)
- ΜΠΑΜΠΑΛΗΣ (ο πολύ γέρος)
- ΜΠΑΜΠΑΣ (πατέρας)
- ΜΠΑΞΕΣ (περιβόλι, κήπος)
- ΜΠΑΡΟΥΤΙ (πυρίτιδα)
- ΜΠΑΤΖΑΚΙ (κνήμη, σκέλη)
- ΜΠΑΤΖΑΝΑΚΗΣ (σύγαμπρος)
- ΜΠΑΤΙΡΙΣΑ (πτωχεύω, χρεοκοπώ)
- ΜΠΑΧΑΡΙΚΟ (αρωματικό άρτυμα)
- ΜΠΕΚΡΗΣ (μέθυσος)
- ΜΠΕΛΑΣ (ενόχληση)
- ΜΠΟΓΙΑ (βαφή, χρώμα)
- ΜΠΟΓΙΑΤΖΗΣ (ελαιοχρωματιστής)
- ΜΠΟΪ (ανάστημα, ύψος)
- ΜΠΟΛΙΚΟΣ (άφθονος)
- ΜΠΟΡΑ (καταιγίδα)
- ΜΠΟΣΤΑΝΙ (λαχανόκηπος)
- ΜΠΟΥΖΙ (πάγος, ψύχρα)
- ΜΠΟΥΛΟΥΚΙ (στίφος, άτακτο πλήθος)
- ΜΠΟΥΛΟΥΚΟΣ (καλοθρεμμένος, παχουλός)
- ΜΠΟΥΝΤΑΛΑΣ (κουτός, ανόητος)
- ΜΠΟΥΝΤΡΟΥΜΙ (φυλακή)
- ΜΠΟΥΡΙ (καπνοσωλήνας)
- ΜΠΟΥΤΙ (μηρός)
- ΜΠΟΥΧΤΙΣΜΑ (κορεσμός)
Ν
- ΝΑΖΙ (κάμωμα, φιλαρέσκεια)
- ΝΤΑΒΑΝΤΟΥΡΙ (σύγχυση)
- ΝΤΑΜΑΡΙ (φλέβα, λατομείο)
- ΝΤΑΜΠΛΑΣ (αποπληξία)
- ΝΤΑΝΤΑ (παραμάνα, τροφός)
- ΝΤΑΡΑΒΕΡΙ (συναλλαγή, αγοραπωλησία)
- ΝΤΕΛΑΛΗΣ (διαλαλητής)
- ΝΤΕΛΗΣ (παράφρονας)
- ΝΤΕΡΤΙ (καημός)
- ΝΤΙΒΑΝΙ (κρεβάτι)
- ΝΤΙΠ ΓΙΑ ΝΤΙΠ (ολωσδιόλου)
- ΝΤΟΥΒΑΡΙ (τοίχος)
- ΝΤΟΥΛΑΠΙ (ιματιοθήκη)
- ΝΤΟΥΜΑΝΙ (καταχνιά, καπνός)
- ΝΤΟΥΝΙΑΣ (κόσμος, ανθρωπότητα)
Π
- ΠΑΖΑΡΙ (αγορά, διαπραγμάτευση)
- ΠΑΝΤΖΑΡΙ (κοκκινογούλι, τεύτλο)
- ΠΑΝΤΖΟΥΡΙ (παραθυρόφυλλο)
- ΠΑΠΟΥΤΣΙ (υπόδημα)
- ΠΕΡΒΑΖΙ (πλαίσιο θυρών)
- ΠΙΛΑΦΙ (ρύζι)
Σ
- ΣΑΪΝΙ (ευφυής)
- ΣΑΚΑΤΗΣ (ανάπηρος)
- ΣΑΜΑΤΑΣ (θόρυβος)
- ΣΕΝΤΟΥΚΙ (κιβώτιο)
- ΣΙΝΤΡΙΒΑΝΙ (πίδακας)
- ΣΙΡΟΠΙ (πυκνόρρευστο διάλυμα ζάχαρης)
- ΣΟΒΑΣ (ασβεστοκονίαμα)
- ΣΟΪ (καταγωγή, γένος)
- ΣΟΚΑΚΙ (δρόμος)
- ΣΟΜΠΑ (θερμάστρα)
- ΣΟΥΓΙΑΣ (μαχαιράκι)
- ΣΟΥΛΟΥΠΙ (μορφή, σχήμα)
Τ
- ΤΑΒΑΝΙ (οροφή)
- ΤΑΜΠΛΑΣ (αποπληξία, συγκοπή)
- TΕΜΠΕΛΗΣ (οκνηρός, ακαμάτης)
- ΤΑΠΙ (χωρίς χρήματα)
- ΤΑΡΑΜΑΣ (αυγοτάραχο)
- ΤΑΣΑΚΙ (σταχτοδοχείο)
- ΤΑΧΙΝΙ (αλεσμένο σουσάμι)
- ΤΑΨΙ (μαγειρικό σκεύος)
- ΤΕΝΕΚΕΣ (δοχείο)
- ΤΕΦΤΕΡΙ (κατάστιχο)
- ΤΖΑΚΙ (παραγώνι)
- ΤΖΑΜΙ (υαλοπίνακας, γυαλί)
- ΤΖΑΝΑΜΠΕΤΗΣ (κακότροπος, δύστροπος)
- ΤΟΠΙ (σφαίρα)
- ΤΟΥΛΟΥΜΙ (ασκός)
- ΤΟΥΛΟΥΜΠΑ (αντλία)
- ΤΟΥΜΠΕΚΙ (σιωπή)
- ΤΣΑΚΑΛΙ (θως)
- ΤΣΑΚΙΡΗΣ (γαλανομάτης)
- ΤΣΑΚΜΑΚΙ (αναπτήρας)
- ΤΣΑΜΠΑ (δωρεάν)
- ΤΣΑΝΤΑ (δερμάτινη θήκη)
- ΤΣΑΤΙΖΩ (εξοργίζω, προσβάλλω)
- ΤΣΑΝΤΙΡΙ (σκηνή)
- ΤΣΑΠΑΤΣΟΥΛΗΣ (ανοικοκύρευτος, άτσαλος)
- ΤΣΑΡΚΑ (επιδρομή, περιπλάνηση)
- ΤΣΑΧΠΙΝΗΣ (κατεργάρης, πονηρός)
- ΤΣΕΠΗ (θυλάκιο)
- ΤΣΙΓΚΕΛΙ (αρπάγη, σιδερένιο άγκιστρο)
- ΤΣΙΜΠΟΥΚΙ (καπνοσύριγγα)
- ΤΣΙΡΑΚΙ (ακόλουθος)
- ΤΣΙΣΑ (ούρα)
- ΤΣΙΦΟΥΤΗΣ/ΤΣΙΓΚΟΥΝΗΣ (φιλάργυρος)
- ΤΣΙΦΤΗΣ (άψογος, ικανός)
- ΤΣΟΓΛΑΝΙ (νέος)
- ΤΣΟΜΠΑΝΗΣ/ΤΣΟΠΑΝΗΣ (βοσκός, ποιμένας)
- ΤΣΟΥΒΑΛΙ (σακί)
- ΤΣΟΥΛΟΥΦΙ (δέσμη μαλλιών)
Φ
- ΦΑΡΑΣΙ (φτυάρι, σκουπιδολόγος)
- ΦΑΡΣΙ (τέλεια, άπταιστα)
- ΦΙΣΤΙΚΙ (πιστάκη)
- ΦΛΙΤΖΑΝΙ (κύπελλο)
- ΦΟΥΚΑΡΑΣ (κακομοίρης, άθλιος)
- ΦΟΥΝΤΟΥΚΙ (λεπτοκάρυο, λευτόκαρο)
- ΦΡΑΝΤΖΟΛΑ (ψωμί)
- ΦΥΝΤΑΝΙ (φυτώριο)
- ΦΥΤΙΛΙ (θρυαλλίδα)
Χ
- ΧΑΒΑΣ (μουσικός σκοπός)
- ΧΑΖΙ (ευχαρίστηση)
- ΧΑΛΑΛΙΖΩ (συγχωρώ)
- ΧΑΛΙ (άθλιο)
- ΧΑΛΙ (τάπητας)
- ΧΑΛΚΑΣ (κρίκος)
- ΧΑΜΑΛΗΣ (αχθοφόρος)
- ΧΑΜΠΑΡΙΑ (αγγελία, νέα)
- ΧΑΠΙ (καταπότι)
- ΧΑΡΑΜΙ (άδικα)
- ΧΑΡΜΑΝΗΣ (χασισοπότης)
- ΧΑΡΤΖΙΛΙΚΙ (μικρό χρηματικό ποσό)
- ΧΑΣΑΠΙΚΟ (κρεοπωλείο)
- ΧΑΤΙΡΙ (χάρη)
- ΧΑΦΙΕΣ (καταδότης)
- ΧΟΥΖΟΥΡΕΜΑ (ανάπαυση)
- ΧΟΥΙ (ιδιοτροπία)
- ΧΟΥΝΕΡΙ (πάθημα, εξαπάτηση)
Λεξιλόγιο
ΠΗΓΗ: ;
Τέλειο!:)
ΑπάντησηΔιαγραφήΣυμφωνώ!= ))
ΑπάντησηΔιαγραφή