Η λέξη προέρχεται από το αρχαίο ρήμα απορρίπτω και συναντάται κατά κανόνα μόνο στον πληθυντικό αριθμό.
1 Τα δύο ρ προέρχονται από τα αρχαία ελληνικά. Σύμφωνα με έναν κανόνα τους, μια λέξη που αρχίζει από ρ το διπλασιάζει όταν γίνεται δεύτερο συνθετικό:
- από + ρίπτω → απορρίπτω, απέρριψα
- διά + ρέω → διαρρέω, διαρροή
2 Τα δύο μ οφείλονται στον κανόνα της γλώσσας μας που λέει ότι τα ρήματα που τελειώνουν σε -πτω σχηματίζουν τα ουδέτερα σε -μα και τις μετοχές σε -μένος με δύο μ.
Με άλλα λόγια, το πτ μετατρέπεται για λόγους προφοράς σε μ:
- απορρίπτω → απόρριμ-μα → απορρίμ-ματα
- καλύπτω → κάλυμ-μα, καλυμ-μένος
Ετυμολογία: < απορρίπτω < από + ρίπτω (= ρίχνω)
Εκφράσεις: ανακύκλωση απορριμμάτων, αποκομιδή απορριμμάτων, διαχείριση απορριμμάτων, κάδος απορριμμάτων, σακούλες απορριμμάτων, σωρός απορριμμάτων, Χώρος Υγειονομικής Ταφής Απορριμμάτων (ΧΥΤΑ)
Σύνθεση: απορριμματοφόρο
ΟρθογραφίαΠεριβάλλον
ΣΥΝΘΕΣΗ ΕΙΚΟΝΑΣ: podilato98.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου