Τα ενεργητικά ρήματα της Α΄ συζυγίας στον παρατατικό και στον αόριστο τονίζονται στην προπαραλήγουσα:
σκουπίζω → σκούπιζα, σκούπισα
κλειδώνω → κλείδωνα, κλείδωσα
Αν τα ρήματα είναι δισύλλαβα, βάζουμε μια επιπλέον συλλαβή στην αρχή, ώστε να δημιουργήσουμε την προπαραλήγουσα που θα τονιστεί.
Η συλλαβή αυτή είναι το «έ-» και ονομάζεται αύξηση:
ντύνω → έντυνα, έντυσα
τρέχω → έτρεχα, έτρεξα
γράφω → έγραφα, έγραψα
Μόνο σε κάποια πρόσωπα
Η αύξηση είναι χρήσιμη μόνο όταν τονίζεται. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει μόνο στα τρία πρόσωπα του ενικού αριθμού και στον επίσημο τύπο του γ΄ πληθυντικού:
Παρατατικός
έγραφα έγραφες έγραφε
γράφαμε γράφατε έγραφαν (γράφανε)
Αόριστος
έγραψα έγραψες έγραψε
γράψαμε γράψατε έγραψαν (γράψανε)
Στους υπόλοιπους τύπους του πληθυντικού τα ρήματα γίνονται τρισύλλαβα, οπότε η αύξηση είναι περιττή.
Διαφοροποιήσεις
α) Σε δύο ρήματα η αύξηση του παρατατικού σχηματίζεται με το ήτα:
θέλω → ήθελα
ξέρω → ήξερα
β) Σε τρία ρήματα η αύξηση του αορίστου σχηματίζεται με το ήτα ή το ει:
πίνω → ήπια
βλέπω → είδα
λέω → είπα
Σημαντικό
Η αύξηση, εάν χρειάζεται, παρουσιάζεται μόνο στον παρατατικό και στον αόριστο. Στους χρόνους και στις εγκλίσεις που δημιουργούνται από το αοριστικό θέμα απουσιάζει:
Η εσωτερική αύξηση υπάρχει μόνο στα ρήματα που έχουν λόγια προέλευση:
επιλέγω → επέλεξα
παραδίδω → παρέδωσα
Τα σύγχρονα ρήματα δεν παίρνουν αύξηση, οπότε τονίζονται κανονικά στην προπαραλήγουσα:
διαλέγω → διάλεξα
προδίδω → πρόδωσα
Αρκετά, ωστόσο, βρίσκονται σε μεταβατικό στάδιο και σχηματίζουν δύο τύπους· έναν με αύξηση και έναν χωρίς αύξηση:
αναλύω → ανέλυσα / ανάλυσα
καταθέτω → κατέθεσα / κατάθεσα
παραλείπω → παρέλειψα / παράλειψα
συνδέω → συνέδεσα / σύνδεσα
υπογράφω → υπέγραψα / υπόγραψα
Σημαντικό: Οι τύποι με αύξηση χρησιμοποιούνται σε περιστάσεις με επίσημο ύφος, ενώ οι τύποι χωρίς αύξηση σε περιστάσεις με καθημερινό ή ανεπίσημο ύφος.
Και κάτι ακόμη
α) Στα ρήματα που έχουν περισσότερες από μία προθέσεις η αύξηση μπαίνει μετά την τελευταία πρόθεση και πριν το ρήμα:
συν-εισ-φέρω → συνεισέφερα
προ-δια-γράφω → προδιέγραψα
επ-αν-εκ-δίδω → επανεξέδωσα
β) Η αύξηση δεν αποτελεί μέρος του αοριστικού θέματος. Κατά συνέπεια, στους χρόνους και στις εγκλίσεις που δημιουργούνται από αυτό απουσιάζει:
Από τον αόριστο (και το θέμα του) σχηματίζονται ο απλός μέλλοντας, οι συντελεσμένοι χρόνοι και οι αντίστοιχοι τύποι της υποτακτικής και της προστακτικής.
Αυτό συμβαίνει ακόμη και όταν ο αόριστος σχηματίζεται ανώμαλα:
πλένω / έπλυνα
θα πλύνω, έχω πλύνει
να πλύνω, να έχω πλύνει
πλύνε, πλύνετε
πλένομαι / πλύθηκα
θα πλυθώ, έχω πλυθεί
να πλυθώ, να έχω πλυθεί
πλύσου, πλυθείτε
Μερικά ρήματα, ωστόσο, παρουσιάζουν κάποιες ιδιομορφίες και χρειάζονται προσοχή:
λέω / είπα
θα πω, έχω πει
να πω, να έχω πει
πες, πείτε (πέστε)
έρχομαι / ήρθα
θα έρθω, έχω έρθει
να έρθω, να έχω έρθει
έλα, ελάτε
Περισσότερα μπορείτε να δείτε στις αναρτήσεις που ακολουθούν:
Τα ρήματα ανήκουν στα κλιτά μέρη του λόγου και παίρνουν πολλές και διαφορετικές μορφές, ώστε να μπορούμε να εκφράζουμε με σαφήνεια τις σκέψεις μας.
Έτσι, τα ρήματα σχηματίζουν πρόσωπα και αριθμούς, φωνές και συζυγίες, εγκλίσεις, ακόμη και χρόνους.
Πρόσωπα και αριθμοί
Τα πρόσωπα των ρημάτων είναι τρία και δείχνουν ποιος μιλάει ή για ποιον γίνεται λόγος σε μια συζήτηση.
Συναντώνται τόσο στον ενικό όσο και στον πληθυντικό αριθμό, ενώ συνδέονται με τα πρόσωπα της προσωπικής αντωνυμίας.
Φωνές και συζυγίες
Για να κλίνουμε σωστά τα ρήματα, τα χωρίζουμε σε δύο φωνές, ανάλογα με το αν λήγουν σε «-ω» ή «-μαι» στην αρχική κατάληξη του ενεστώτα.
Κατόπιν, για να τα μελετήσουμε καλύτερα, διακρίνουμε σε κάθε φωνή ρήματα της Α΄ συζυγίας (δεν τονίζεται η αρχική κατάληξη) και ρήματα της Β΄ συζυγίας (τονίζεται).
Τα ρήματα σχηματίζονται σε τρία πρόσωπα και κάθε πρόσωπο συναντάται σε δύο αριθμούς:
Ενικός αριθμός
Πληθυντικός αριθμός
α΄ πρόσωπο
γράφω
β΄ πρόσωπο
γράφεις
γ΄ πρόσωπο
γράφει
α΄ πρόσωπο
γράφουμε
β΄ πρόσωπο
γράφετε
γ΄ πρόσωπο
γράφουν
Τα πρόσωπα των ρημάτων συνδέονται με τα πρόσωπα της προσωπικής αντωνυμίας και φανερώνουν τη θέση που έχει το υποκείμενό τους στην καθημερινή επικοινωνία.
Το πρώτο πρόσωπο (εγώ/εμείς) φανερώνει τον ομιλητή.
Το δεύτερο πρόσωπο (εσύ/εσείς) φανερώνει τον συνομιλητή (ή ακροατή) του ομιλητή.
Το τρίτο πρόσωπο (αυτός, αυτή, αυτό / αυτοί, αυτές, αυτά) αναφέρεται σε ένα πρόσωπο που είναι διαφορετικό από τον ομιλητή και τον συνομιλητή του.
Στο γ΄ πρόσωπο χρησιμοποιούμε συχνά και ονοματικές φράσεις ή άλλες αντωνυμίες:
Η φίλη μου τρώει.
Κάποιος κάνει φασαρία.
Έμφαση
Συνήθως οι προσωπικές αντωνυμίες —ιδίως στα δύο πρώτα πρόσωπα— παραλείπονται, επειδή τα πρόσωπα διακρίνονται εύκολα από τις καταλήξεις των ρημάτων:
γράφω (εγώ) – γράφεις (εσύ)
Αν βέβαια θέλουμε να τονίσουμε το υποκείμενο των ρημάτων, οι προσωπικές αντωνυμίες είναι απαραίτητες:
Εγώ φταίω, κανένας άλλος.
Εσύ έφαγες τον κουραμπιέ, σε είδα.
Διαφοροποιήσεις
α) Πολλές φορές απευθυνόμαστε σε κάποιον στο β΄ πρόσωπο του πληθυντικού (εσείς) για να δείξουμε ευγένεια, σεβασμό ή και τυπικότητα.
Είστε πολύ ευγενική. (πληθυντικός ευγενείας)
Είστε πολύ ευγενικές. (κανονικός πληθυντικός)
— Γεια σας, κυρία Ελένη! Τι κάνετε;
β) Διαφορετικό πρόσωπο από το αναμενόμενο χρησιμοποιούμε μερικές φορές και σε άλλες περιπτώσεις, π.χ. για να δείξουμε οικειότητα ή σε οδηγίες όπως οι συνταγές:
ΕΙΚΟΝΑ: podilato98.blogspot.com (το φόντο από vecteezy.com)