26 Οκτ 2022

Η οικογένεια του έργου

Παράγωγες λέξεις

ΚΑΤΑΛΗΞΕΙΣ
  • εργ-άζομαι
    (απεργάζομαι, επεξεργάζομαι, κατεργάζομαι, περιεργάζομαι, συνεργάζομαι)
  • εργ-άτης
    (αρτεργάτης, καπνεργάτης, λιμενεργάτης, ναυτεργάτης, πρωτεργάτης, συνεργάτης)
  • εργ-αλ-είο
    (πολυεργαλείο)
  • εργ-ώδης

Σύνθετες λέξεις

Α΄ ΣΥΝΘΕΤΙΚΟ
  • εργο-γραφία, εργοδότης, εργοθεραπεία, εργολάβος, εργολήπτης, εργομετρικός, εργονομικός, εργοστάσιο, εργοτάξιο, εργόχειρο, εργ-οδηγός


Β΄ ΣΥΝΘΕΤΙΚΟ
  • -εργος: άεργος, άνεργος, περίεργος (αξιοπερίεργος)
  • -εργός: απεργός, ενεργός (ανενεργός), συνεργός
  • -εργέτης: ευεργέτης
  • -εργώ: ενεργώ (αυτενεργώ, διενεργώ), καλλιεργώ, κωλυσιεργώ
  • -έργεια: ενέργεια (παρενέργεια, ραδιενέργεια), περιέργεια
  • -εργία: αγαθοεργία, αλλεργία
  • -εργο: κάτεργο, πάρεργο, σύνεργο
  • -εργείο: συνεργείο
  • -ούργος: κακούργος, πανούργος, ραδιούργος, χειρούργος
  • -ούργιος: καινούργιος
  • -ουργός: αμπελουργός, αυτουργός, γενεσιουργός, δημιουργός, δραματουργός, θαυματουργός, μελισσουργός, μεταλλουργός, μηχανουργός, μουσουργός, ξυλουργός, πυροτεχνουργός, σιδηρουργός, στιχουργός, ταχυδακτυλουργός, υπουργός (πρωθυπουργός), χειρουργός (καρδιοχειρουργός)

Ξυλουργός

  • -ουργία: σωληνουργία, τελετουργία, υφαντουργία (κλωστοϋφαντουργία), χαλυβουργία
  • -ουργείο: ξυλουργείο, υπουργείο
  • -ουργώ: κατακρεουργώ, λειτουργώ (δυσλειτουργώ, υπολειτουργώ), μεγαλουργώ
  • -ούργημα: ανοσιούργημα, αραβούργημα, αριστούργημα, κακούργημα, τερατούργημα
  • -ωργός: γεωργός

Φράσεις

ΜΕ ΑΛΛΟ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟ
  • έργο αγάπης, έργο τέχνης
  • έργο ζωής, έργο μιας ολόκληρης ζωής
  • ευχής έργο
  • έργα οδοποιίας

Έργα οδοποιίας

ΜΕ ΕΠΙΘΕΤΟ
  • θεατρικό έργο, καλλιτεχνικό έργο, κινηματογραφικό έργο, λογοτεχνικό έργο, μουσικό έργο
  • θεάρεστο έργο, μεγαλεπήβολο έργο
  • δημόσια έργα, δημοτικά έργα
  • καταναγκαστικά έργα

ΜΕ ΠΡΟΘΕΣΗ
  • επί το έργον


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Διαβάστηκαν περισσότερο την τελευταία εβδομάδα: