Παράγωγες λέξεις
ΚΑΤΑΛΗΞΕΙΣ
- εργ-άζομαι
(απεργάζομαι, επεξεργάζομαι, κατεργάζομαι, περιεργάζομαι, συνεργάζομαι) - εργ-άτης
(αρτεργάτης, καπνεργάτης, λιμενεργάτης, ναυτεργάτης, πρωτεργάτης, συνεργάτης) - εργ-αλ-είο
(πολυεργαλείο) - εργ-ώδης
Σύνθετες λέξεις
Α΄ ΣΥΝΘΕΤΙΚΟ
- εργο-γραφία, εργοδότης, εργοθεραπεία, εργολάβος, εργολήπτης, εργομετρικός, εργονομικός, εργοστάσιο, εργοτάξιο, εργόχειρο, εργ-οδηγός
Β΄ ΣΥΝΘΕΤΙΚΟ
- -εργος: άεργος, άνεργος, περίεργος (αξιοπερίεργος)
- -εργός: απεργός, ενεργός (ανενεργός), συνεργός
- -εργέτης: ευεργέτης
- -εργώ: ενεργώ (αυτενεργώ, διενεργώ), καλλιεργώ, κωλυσιεργώ
- -έργεια: ενέργεια (παρενέργεια, ραδιενέργεια), περιέργεια
- -εργία: αγαθοεργία, αλλεργία
- -εργο: κάτεργο, πάρεργο, σύνεργο
- -εργείο: συνεργείο
- -ούργος: κακούργος, πανούργος, ραδιούργος, χειρούργος
- -ούργιος: καινούργιος
- -ουργός: αμπελουργός, αυτουργός, γενεσιουργός, δημιουργός, δραματουργός, θαυματουργός, μελισσουργός, μεταλλουργός, μηχανουργός, μουσουργός, ξυλουργός, πυροτεχνουργός, σιδηρουργός, στιχουργός, ταχυδακτυλουργός, υπουργός (πρωθυπουργός), χειρουργός (καρδιοχειρουργός)
- -ουργία: σωληνουργία, τελετουργία, υφαντουργία (κλωστοϋφαντουργία), χαλυβουργία
- -ουργείο: ξυλουργείο, υπουργείο
- -ουργώ: κατακρεουργώ, λειτουργώ (δυσλειτουργώ, υπολειτουργώ), μεγαλουργώ
- -ούργημα: ανοσιούργημα, αραβούργημα, αριστούργημα, κακούργημα, τερατούργημα
- -ωργός: γεωργός
Φράσεις
ΜΕ ΑΛΛΟ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟ
- έργο αγάπης, έργο τέχνης
- έργο ζωής, έργο μιας ολόκληρης ζωής
- ευχής έργο
- έργα οδοποιίας
ΜΕ ΕΠΙΘΕΤΟ
- θεατρικό έργο, καλλιτεχνικό έργο, κινηματογραφικό έργο, λογοτεχνικό έργο, μουσικό έργο
- θεάρεστο έργο, μεγαλεπήβολο έργο
- δημόσια έργα, δημοτικά έργα
- καταναγκαστικά έργα
ΜΕ ΠΡΟΘΕΣΗ
- επί το έργον
ΜΕ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΑΠΟ: Λεξικό της κοινής νεοελληνικής, Αντίστροφο Λεξικό (Αναστασιάδη-Συμεωνίδη), Λεξικό των Παραγώγων και Συνθέτων της Νέας Ελληνικής
ΕΙΚΟΝΕΣ: thes.gr, airtasker.com, ermisnews.gr
ΕΙΚΟΝΕΣ: thes.gr, airtasker.com, ermisnews.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου