Από την ART0410
Μαθήτρια της έκτης τάξης
Πριν από μια εβδομάδα, ήταν Δευτέρα συγκεκριμένα, ξύπνησα το πρωί και όπως κάθε φορά πήγα να ταΐσω τον γατούλη μου. Τον κάλεσα μία, δύο, τρεις φορές αλλά δεν ερχόταν. Ήρθε το μεσημέρι, το απόγευμα, το βράδυ αλλά ο γατούλης μου ήταν εξαφανισμένος. Είχα ανησυχήσει πάρα πολύ και σιγά σιγά δάκρυα άρχισαν να κυλούν από τα μάτια μου. Ήμουν πολύ στενοχωρημένη αλλά ταυτόχρονα ένιωθα και τύψεις γιατί νόμιζα ότι εγώ έφταιγα που είχε φύγει καθώς δεν έπαιζα μαζί του τις τελευταίες μέρες.
Το βράδυ όταν πήγα στο κρεβάτι μου δεν μπορούσα να κοιμηθώ. Ήμουν ανήσυχη. Σκεφτόμουν συνέχεια τι θα μπορούσε να του είχε συμβεί. Αναρωτιόμουν μήπως κάποιος τον είδε στον δρόμο, τον πήρε στο σπίτι του και ίσως γι’ αυτό δεν μπορούσε να επιστρέψει. Μήπως κάποιο αυτοκίνητο τον χτύπησε στον δρόμο και τον τραυμάτισε ή ακόμη και να τον σκότωσε; Πάγωσα σ’ αυτή τη σκέψη και προτίμησα να σκεφτώ κάτι άλλο πιο όμορφο για να παρηγορηθώ. Μήπως ερωτεύτηκε κάποια γατούλα και καθώς την κυνηγούσε χάθηκε κάπου στον δρόμο; Αυτή η σκέψη με καθησύχασε κι έτσι με πήρε ο ύπνος.
Η επόμενη μέρα ήταν τόσο μονότονη εξαιτίας της απουσίας του. Τη μεθεπόμενη όμως έγινε ένα θαύμα. Όταν άνοιξα την πόρτα ο γάτος μου μ’ ένα τρομερό άλμα μπήκε στο δωμάτιο. «Είναι ζωντανός, γύρισε» φώναξα με χαρά. Του έδωσα αμέσως να φάει. Μου φάνηκε αρκετά ταλαιπωρημένος και άρχισα να τον παρατηρώ. Το μυώδες σωματάκι του είχε εξασθενήσει. Αυτό που έβλεπε ήταν ένα αδυνατισμένο σωματάκι που είχε εξαντληθεί από την πείνα και την κούραση. Το βαρύ μέτωπό του σκίαζε τα βαθουλωτά μάτια του που έμοιαζαν σαν δυο σκοτεινές σπηλιές. Το τρίχωμά του δεν ήταν πυκνό και πλούσιο όπως πριν, είχε αραιώσει και είχε χάσει τη λάμψη του. Οι οπλές του ήταν σκληρές και το ένα νύχι ήταν σπασμένο. Η φωνή του ήταν βραχνή.
Η συμπεριφορά του επίσης ήταν διαφορετική. Κάτι είχε αλλάξει. Μου φάνηκε ότι γύρισε κάποιος άλλος γάτος, πάντως όχι ο δικός μου. Νέες σκέψεις άρχισαν να με προβληματίζουν. Δεν ήθελε να βγαίνει καθόλου έξω από το σπίτι και όταν το έβγαζα δεν έπαιζε όπως παλιά. Δεν ήθελε να σκαρφαλώνει στα δέντρα, δεν έτρεχε, παρά μόνο στην αγκαλιά μου ήθελε να είναι.
Τελικά οι περιπέτειες του γάτου μου έξω από το σπίτι είχαν τελειώσει. Αλλά άρχισαν καινούριες, πιο παράξενες. Μου έδωσε την εντύπωση ότι ήθελε να είναι και αυτός έγκλειστος. Μήπως κατάλαβε ότι κι εμείς είμαστε έγκλειστοι και ήθελε να μας παρηγορήσει; Μήπως κάποιος του επέβαλε να μπει κι αυτός σε καραντίνα; Αυτό είναι ένα μυστήριο που δε θα μάθουμε ποτέ. Πάντως ο γάτος μου από εκείνη την ημέρα απολαμβάνει τον εγκλεισμό του σε αντίθεση με εμάς που θέλουμε να βγούμε έξω.