Του Βαγγέλη Ηλιόπουλου
Συγγραφέας
Σας γράφω γιατί σήμερα είχα μια αναπάντεχη συνάντηση.
Όπως γύριζα στο σπίτι άκουσα ένα κλάμα. Κοίταξα γύρω μου. Δεν είδα κανέναν. Όμως το κλάμα συνεχιζόταν γοερό. Κοίταξα πάλι και τότε είδα ένα βιβλίο πεσμένο στην άκρη του πεζοδρομίου. Αυτό ήταν που έκλαιγε.
Το πήρα στα χέρια μου και το ρώτησα:
— Γιατί κλαις;
— Όπως έπεσα κάποιες σελίδες μου τσακίστηκαν. Πόνεσα. Ευτυχώς δε σκίστηκαν.
— Πώς βρέθηκες εδώ; Σε πέταξαν;
— Δε θυμάμαι. Πήγαινα με τον φίλο μου, έναν μικρό αναγνώστη, στο σπίτι του.
— Σε είχε αγοράσει από βιβλιοπωλείο ή σε είχε δανειστεί από βιβλιοθήκη;
— Δε θυμάμαι σου λέω. Κι ήθελα τόσο να απολαύσει την ανάγνωσή μου!
— Πώς ξέρεις ότι θα απολάμβανε;
— Είμαι συναρπαστικό βιβλίο εγώ. Υπάρχει παιδί που δε θέλει, παρέα με υπέροχους φίλους, να ταξιδεύει πέρα από τα σύνορα του τόπου και του χρόνου;
— Αυτό θα τον βοηθούσε να καταλάβει τον κόσμο αλλά και τον εαυτό του!
— Εσύ, για να το ξέρεις αυτό, είσαι σίγουρα βιβλιόφιλος!
Του απάντησα πως μου αρέσει πολύ να διαβάζω αλλά και να γράφω βιβλία!
— Τι τυχερό που είμαι, φώναξε. Με βρήκε ένας συγγραφέας! Εσύ μπορείς να παρακαλέσεις τον Πήτερ Παν ή τον Μικρό Πρίγκιπα να πετάξουν και να βρουν τον φίλο μου;
— Ξέρεις, αυτοί είναι λογοτεχνικοί ήρωες! Γεννήθηκαν στο μυαλό ενός συγγραφέα και ζουν μέσα σε βιβλία όπως εσύ!
— Αλήθεια; Έχω κι εγώ έναν ήρωα άξιο ν’ αγαπηθεί. Ο ήρωάς μου ταξιδεύει στο παρελθόν μέσα από έναν υπολογιστή. Και στη σελίδα 88...
— Τι γίνεται στη σελίδα 88;
— Πήγαινε να διαβάσεις. Ό,τι καταλάβεις, αυτό γίνεται! Ο αναγνώστης δίνει νόημα στο κείμενο.
— Άλλωστε αυτός σε διαλέγει ανάμεσα σε αμέτρητα άλλα βιβλία...
Τι ήθελα να το πω. Του θύμισα τον μικρό αναγνώστη που το είχε διαλέξει κι έβαλε πάλι τα κλάματα, γιατί δεν πρόλαβε να δημιουργήσει μια σχέση μαζί του.
— Τι σχέση;
— Απ’ όλα τα βιβλία που διαβάζει κάποιος, μερικά τα ξεχωρίζει. Τα διαβάζει ξανά και ξανά. Δεν τ’ αποχωρίζεται ποτέ. Είναι αυτά που έχουν αγγίζει την ψυχή του. Που τον έχουν λίγο αλλάξει. Τέτοιο ήθελα να γίνω γι’ αυτόν...
Εκείνη την ώρα είδα ένα παιδί να έρχεται σιγά σιγά με το ποδήλατό του κοιτώντας σαν να ψάχνει κάτι. Μόλις με παρατήρησε έτρεξε κοντά μου.
— Είναι δικό μου το βιβλίο που κρατάτε, μου είπε.
— Χαίρομαι που γύρισες να το πάρεις. Το είχες πετάξει;
— Ακόμη κι αν έπρεπε να πετάξω όλα τα βιβλία από την τσάντα μου, αυτό ποτέ!
Έφυγε κρατώντας το στην αγκαλιά του. Κι εγώ έμεινα να τους κοιτάω και να σκέφτομαι πως αυτή η συνάντησή μου με το βιβλίο δε θα έχει νόημα αν δεν τη μοιραστώ μαζί σας...
Καλές Αναγνώσεις!
3 σχόλια:
Τι όμορφο κείμενο!:)
Υπέροχος τρόπος να μιλήσει κανείς για το βιβλίο, μακριά από τα συνηθισμένα "πρέπει".Δίνει την αφορμή να εκφραστούν αυθόρμητα τα παιδιά για βιβλία με τα οποία έχουν αναπτύξει ιδιαίτερη σχέση.
Πολύ όμορφη διήγηση, απ' αυτές που κάνουν τα παιδιά να αγαπήσουν το βιβλίο!!!Μπράβο σας!!!Καλή χρονιά, ευτυχισμένη!!
@ maranda: Κι εγώ, όταν ετοίμαζα την ανάρτηση, σκεφτόμουν όσα βιβλία με σημάδεψαν... Καλημέρα! :))
@ Φανή Παπ., Ζωγράφος: Καλή μας χρονιά και (όπως διάβασα κάπου) ας είναι το 2012 η ...χειρότερη χρονιά που γνωρίσαμε! :))
Δημοσίευση σχολίου