15 Οκτ 2022

Η οικογένεια του ποιώ

Παράγωγες λέξεις

ΚΑΤΑΛΗΞΕΙΣ
  • ποί-ημα
  • ποί-ηση
  • ποι-ητής και ποι-ήτρια

Το αρχαίο ρήμα «ποιώ, ποιούμαι» σήμαινε «κατασκευάζω, δημιουργώ, εκτελώ, κάνω».

Σύνθετες λέξεις

Β΄ ΣΥΝΘΕΤΙΚΟ
  • -ποιώ: ακινητοποιώ, αξιοποιώ, απλοποιώ, γελοιοποιώ, γνωστοποιώ, δημοσιοποιώ, δραματοποιώ, ειδοποιώ (προειδοποιώ), εκποιώ, ελαχιστοποιώ, ενεργοποιώ, ενοχοποιώ, εντατικοποιώ, επισημοποιώ, θεοποιώ, ικανοποιώ, ισχυροποιώ, κοινοποιώ, κωδικοποιώ (αποκωδικοποιώ), μεγαλοποιώ, μεγιστοποιώ, μεταποιώ, ομαδοποιώ, οπτικοποιώ, οριστικοποιώ, παραποιώ, περιθωριοποιώ, πλαστικοποιώ, πολτοποιώ, πραγματοποιώ, ρευστοποιώ, σταθεροποιώ (αποσταθεροποιώ), συνειδητοποιώ, τακτοποιώ, τεκνοποιώ, τελειοποιώ, τραγικοποιώ, τροποποιώ, υλοποιώ, χαροποιώ, χρησιμοποιώ (επαναχρησιμοποιώ, ξαναχρησιμοποιώ, πρωτοχρησιμοποιώ), ωραιοποιώ
  • -ποιούμαι: αποποιούμαι, αποστασιοποιούμαι, ιδιοποιούμαι, οικειοποιούμαι, περιποιούμαι, προθυμοποιούμαι, προσποιούμαι


  • -ποίηση: αγιοποίηση, αδελφοποίηση, αδρανοποίηση, ανεξαρτητοποίηση, αντιποίηση, αστικοποίηση, ατμοποίηση, αυτοματοποίηση, βελτιστοποίηση, γονιμοποίηση, δαιμονοποίηση, διαφοροποίηση, διεθνοποίηση, δραστηριοποίηση, εμπορευματοποίηση, ενοποίηση, ευαισθητοποίηση, ιδιωτικοποίηση, κακοποίηση, κατηγοριοποίηση, κεφαλαιοποίηση, κινητοποίηση, κλωνοποίηση, κοινωνικοποίηση, κομματικοποίηση, κομποστοποίηση, κρατικοποίηση (αποκρατικοποίηση), μελοποίηση, μονιμοποίηση, μορφοποίηση, μουμιοποίηση, μυθοποίηση (απομυθοποίηση), νομιμοποίηση, οικοπεδοποίηση, ομαλοποίηση, ουσιαστικοποίηση, παγκοσμιοποίηση, παραγοντοποίηση, πιστοποίηση, ποδοσφαιροποίηση, ποινικοποίηση (αποποινικοποίηση), πολιτικοποίηση, προσωποποίηση, ριζοσπαστικοποίηση, σελιδοποίηση, στεγανοποίηση, στερεοποίηση, στρατιωτικοποίηση (αποστρατιωτικοποίηση), συστηματοποίηση, ταυτοποίηση, τυποποίηση, υγροποίηση, υπουργοποίηση, ψηφιοποίηση
  • -ποιητικός: ανοσοποιητικός, ουροποιητικός
  • -ποίητος: χειροποίητος


  • -ποιός: αρτοποιός, αρωματοποιός, γελωτοποιός, ειρηνοποιός, επιπλοποιός, ηθοποιός, θαυματοποιός, θορυβοποιός, ιδρωτοποιός, κακοποιός, κορνιζοποιός, κοσμηματοποιός, οινοποιός, ταραχοποιός, τραγουδοποιός, υποδηματοποιός, φανοποιός, φαρμακοποιός, ωρολογοποιός
  • -ποιία: αλλαντοποιία, εποποιία, ζυθοποιία, ηθοποιία, κονσερβοποιία
  • -ποιείο: αρτοποιείο, επιπλοποιείο

Φράσεις

ΜΕ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟ
  • ποιώ την νήσσαν (κάνω την πάπια)


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Διαβάστηκαν περισσότερο την τελευταία εβδομάδα: